spot_img

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Οδυσσέας Ελύτης: Ο Ηλιάτορας της Ποίησης

To ημερολόγιο γράφει 18 Μαρτίου 1996. Περνάει στην αθανασία, ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες Ποιητές της γενιάς του 30, ο Οδυσσέας Ελύτης.

Γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1911, στο Ηράκλειο της Κρήτης στη συνοικία Εφτά Μπαλτάδες (γωνία των οδών Αριάδνης και Πασιφάης) γεννιέται το έκτο παιδί του Παναγιώτη Αλεπουδέλη και της Μαρίας Βρανά. Ο Οδυσσέας (που αργότερα, το 1935 θα διαλέξει το ψευδώνυμο “Ελύτης”) θα γίνει ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές παγκοσμίως.

Το 1979 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Η αναγγελία της απονομής του βραβείου από τη Σουηδική Ακαδημία έγινε στις 18 Οκτωβρίου «για την ποίησή του, η οποία, με φόντο την ελληνική παράδοση, ζωντανεύει με αισθηματοποιημένη δύναμη και πνευματική καθαρότητα βλέμματος τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργικότητα», σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης.

Ο Ελύτης παρέστη στην καθιερωμένη τελετή απονομής του βραβείου στις 10 Δεκεμβρίου του 1979, παραλαμβάνοντάς το από τον βασιλιά Κάρολο Γουστάβο και γνωρίζοντας παγκόσμια δημοσιότητα. Τον επόμενο χρόνο κατέθεσε το χρυσό μετάλλιο και τα διπλώματα του βραβείου στο Μουσείο Μπενάκη.


Αυτά είναι πέντε ποιήματα του (αποσπάσματα) με τα οποία πρέπει να ξεκινήσεις το ταξίδι σου στον κόσμο ενός ποιητικού ταλέντου που μοιάζει με ωκεανό.

-Άξιον εστί (απόσπασμα)

Τότε είπε και γεννήθηκεν η θάλασσα

Και είδα και θαύμασα

Και στη μέση της έσπειρε κόσμους μικρούς κατ’ εικόνα και ομοίωση μου:

Ίπποι πέτρινοι με τη χαίτη ορθή

και γαλήνιοι αμφορείς

και λοξές δελφινιών ράχες

η Ίος η Σίκινος η Σέριφος η Μήλος

«Κάθε λέξη κι από ‘να χελιδόνι

για να σου φέρνει την άνοιξη μέσα στο θέρος» είπε

Και πολλά τα λιόδεντρα

που να κρησάρουν στα χέρια τους το φως

κι ελαφρό ν’ απλώνεται στον ύπνο σου

και πολλά τα τζιτζίκια

που να μην τα νιώθεις

όπως δε νιώθεις το σφυγμό στο χέρι σου

αλλά λίγο το νερό

για να το ‘χεις Θεό και να κατέχεις τι σημαίνει ο λόγος του

και το δέντρο μονάχο του

χωρίς κοπάδι

για να το κάνεις φίλο σου

και να γνωρίζεις τ’ ακριβό του τ’ όνομα φτενό στα πόδια σου το χώμα

για να μην έχεις πού ν’ απλώσεις ρίζα

και να τραβάς του βάθους ολοένα

και πλατύς επάνου ο ουρανός

για να διαβάζεις μόνος σου την απεραντοσύνη.

ΑΥΤOΣ

ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!

-Το Μονόγραμμα (απόσπασμα)

Σ’ αγαπάω μ’ ακούς;

Κλαίω, πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι

κλαίω για τα χρόνια που έρχονται χωρίς εμάς

και τραγουδάω για τα αλλά που πέρασαν, εάν είναι αλήθεια.

Για τα «πίστεψέ με» και τα «μη.»

Μια στον αέρα μια στη μουσική,

εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδάω

κλαίω για το σώμα πού άγγιξα και είδα τον κόσμο.

Έτσι μιλώ για ‘σένα και για ‘μένα..

Επειδή σ’ αγαπάω και στην αγάπη

ξέρω να μπαίνω σαν πανσέληνος

από παντού, για ‘σένα

μέσα στα σεντόνια, να μαδάω λουλούδια κι έχω τη δύναμη.

Αποκοιμισμένο, να φυσάω να σε πηγαίνω παντού,

σ’ έχουν ακούσει τα κύματα πως χαϊδεύεις,

πώς φιλάς, πώς λες ψιθυριστά το «τι» και το «ε.»

Πάντα εμείς το φως κι η σκιά.

Πάντα εσύ τ’ αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτάδι,

πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει.

Το κλειστό παντζούρι εσύ, ο αέρας πού το ανοίγει εγώ.

-Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας (απόσπασμα)

Όμορφη και παράξενη πατρίδα

Ωσάν αυτή που μου ‘λαχε δεν είδα

Ρίχνει να πιάσει ψάρια πιάνει φτερωτά

Στήνει στη γη καράβι κήπο στα νερά

Κλαίει φιλεί το χώμα ξενιτεύεται

Μένει στους πέντε δρόμους αντρειεύεται

Κάνει να πάρει πέτρα τηνε παρατά

Κάνει να τη σκαλίσει βγάνει θάματα

Μπαίνει σ’ ένα βαρκάκι πιάνει ωκεανούς

Ξεσηκωμούς γυρεύει θέλει τύραννους

Πέντε μεγάλους βγάνει πάνω τους βαρεί

Να λείψουν απ’ τη μέση τους δοξολογεί.

-Ο Μικρός Ναυτίλος (απόσπασμα)

ΜΥΡΙΣΑΙ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ (VIII)

ΓΥΜΝΟΣ, ΙΟΥΛΙΟ ΜΗΝΑ, το καταμεσήμερο. Σ’ ένα στενό κρεβάτι, ανάμεσα σε δυο σεντόνια χοντρά, ντρίλυνα, με το μάγουλο πάνω στο μπράτσο μου που το γλείφω και γεύομαι την αρμύρα του.

Κοιτάζω τον ασβέστη αντικρύ στον τοίχο της μικρής μου κάμαρας. Λίγο πιο ψηλά το ταβάνι με τα δοκάρια. Πιο χαμηλά την κασέλα όπου έχω αποθέσει όλα μου τα υπάρχοντα: δυο παντελόνια, τέσσερα πουκάμισα, κάτι ασπρόρουχα. Δίπλα, η καρέκλα με την πελώρια ψάθα. Χάμου, στ’ άσπρα και μαύρα πλακάκια, τα δυο μου σάνταλα. Έχω στο πλάι μου κι ένα βιβλίο.

Γεννήθηκα για να ‘χω τόσα. Δεν μου λέει τίποτε να παραδοξολογώ. Από το ελάχιστο φτάνεις πιο σύντομα οπουδήποτε. Μόνο που ‘ναι πιο δύσκολο. Κι από το κορίτσι που αγαπάς επίσης φτάνεις, αλλά θέλει να ξέρεις να τ’ αγγίξεις οπόταν η φύση σού υπακούει. Κι από τη φύση – αλλά θέλει να ξέρεις να την αφαιρέσεις την αγκίδα της.

-Μαρία Νεφέλη (απόσπασμα)

Η ΝΕΦΕΛΗ

Μέρα τη μέρα ζω – που ξέρεις αύριο τι ξημερώνει.

Το ‘να μου χέρι τσαλακώνει τα λεφτά και τ’ άλλο μου τα ισιώνει

Βλέπεις χρειάζονται όπλα να μιλάν στα χρόνια μας τα χαώδη

και να ‘μαστε και σύμφωνοι με τα λεγόμενα «εθνικά ιδεώδη».

Τι με κοιτάς εσύ γραφιά που δεν εντύθηκες ποτέ στρατιώτης

η τέχνη του να βγάζεις χρήματα είναι κι αυτή μία πολεμική ιδιότης

Δεν πα’ να ξενυχτάς- να γράφεις χιλιάδες πικρούς στίχους

ή να γεμίζεις με συνθήματα επαναστατικά τους τοίχους

Οι άλλοι πάντα θα σε βλέπουν σαν έναν διανοούμενο

και μόνο εγώ που σ’ αγαπώ: στα όνειρά μου μέσα έναν κρατούμενο.

Έτσι που αν στ’ αλήθεια ο έρωτας είναι καταπώς λεν «κοινός

διαιρέτης»

εγώ θα πρέπει να ‘μαι η Μαρία Νεφέλη κι εσύ φευ

ο Νεφεληγερέτης.

Χαράξου κάπου με οποιονδήποτε τρόπο και μετά πάλι

σβήσου με γενναιοδωρία.


Αξίζει να σημειωθεί ότι το έργο, που ουσιαστικά, χάρισε στον Οδυσσέα το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979, ήταν το Άξιον Εστί, που κυκλοφόρησε το 1959.

Με αυτό τον τρόπο, ο Οδυσσέας Ελύτης έγινε ο 2ος Έλληνας, που τιμήθηκε με το ανώτερο βραβείο της παγκόσμιας Λογοτεχνίας μετά τον Γιώργο Σεφέρη το 1963.

Τα μέρη του Άξιον Εστί είναι τα ακόλουθα:

  1. Η Γένεσις, Εισαγωγή – Τότε είπε τοτε
  2. Ιδού εγώ λοιπόν 
  3. Η πορεία προς το μέτωπο 
  4. Ένα το χελιδόνι 
  5. Τα θεμέλια μου στα βουνά 
  6. Με το λύχνο του άστρου 
  7. Η Μεγάλη Έξοδος 
  8. Της Δικαιοσύνης Ήλιε Νοητέ 
  9. Ναοί στο σχήμα του ουρανού (ορχηστρικό) 
  10. Της αγάπης αίματα 
  11. Ναοί στο σχήμα του ουρανού 
  12. Προφητικόν 
  13. Ανοίγω το στόμα μου 
  14. Σε χώρα μακρινή 
  15. Το Δοξαστικόν σήμα

Αυτά και πολλά άλλα, έγιναν αργότερα διασκευή απ’ τον Μίκη Θεοδωράκη, τραγούδια κατά της χούντας.

- Advertisement -spot_img
- Advertisement -spot_img

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ