Οι Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές αποτελούν μία ευρεία ομάδα νευροαναπτυξιακών διαταραχών με αποκλίσεις στην ποιότητα της επικοινωνίας και στο λόγο, με επαναλαμβανόμενα πρότυπα συμπεριφορών και στερεότυπα ενδιαφέροντα.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών (1), το 76 – 89 % των παιδιών με διάγνωση Διαταραχών Αυτιστικού Φάσματος παρουσιάζει νοητική υστέρηση κάτω του 70 Δ.Ν. Ο Δείκτης Νοημοσύνης σταθεροποιείται γύρω στην ηλικία των 5 ετών και αποτελεί ισχυρό προγνωστικό παράγοντα για την μετέπειτα εξέλιξη.
Τα παιδιά με νοητική υστέρηση παρουσιάζουν ελλείμματα σε όλους τους τομείς νοητικής ανάπτυξης. Οι επιδόσεις των παιδιών με τη συγκεκριμένη διάγνωση διαφοροποιούνται στις δοκιμασίες νοημοσύνης. Συνήθως παρουσιάζουν υψηλότερες επιδόσεις στην πρακτική κλίμακα και χαμηλότερες στη λεκτική.
Σχετικά με τη γλωσσική ανάπτυξη παρουσιάζεται συχνά μεγάλη καθυστέρηση. Περίπου το 50% των παιδιών με αυτισμό δεν αναπτύσσει σχεδόν καθόλου λόγο (2).
Η δυσκολία μερικών παιδιών με διάγνωση αυτισμού, να εκτελέσουν κινήσεις απαραίτητες για την παραγωγή του λόγου, προκαλεί την περιορισμένη ανάπτυξη του (3).
Το κύριο χαρακτηριστικό της γλωσσικής ανάπτυξης των παιδιών με διάγνωση αυτισμού είναι η μη λειτουργική χρήση του λόγου. Στο παράδειγμα του Μάνου στην προηγούμενη δημοσίευση ((Newsbit.gr, 16/8/2023), εκείνος δεν χρησιμοποιούσε το λόγο, που είχε ήδη αναπτύξει.
Πιο συγκεκριμένα τα παιδιά με διάγνωση αυτισμού παρουσιάζουν κάποιες ιδιαιτερότητες στην ανάπτυξη του λόγου. Μπορεί για ώρα να μιλούν για πράγματα άσχετα από το θέμα της συζήτησης, χωρίς να ενδιαφέρονται, εάν αυτό αφορά τους υπόλοιπους. Αλλάζουν συνεχώς θέμα, εμμένοντας σε αυτπά, που εκείνα ενδιαφέρονται να πουν. Τα παιδιά με διάγνωση αυτισμού χρησιμοποιούν κυριολεκτικά τις λέξεις, χωρίς να μπορούν να εννοήσουν τη μεταφορική χρήση του λόγου και τα πιο αφηρημένα μηνύματα μίας συζήτησης. Και αυτές οι δυσκολίες συμβαίνουν, γιατί τα παιδιά αυτά δεν μπορούν να κατανοήσουν το λόγο ως μέσο , το οποίο ενημερώνει και δημιουργεί πεποιθήσεις στους ανθρώπους.
Οι κοινωνικές δεξιότητες αναπτύσσονται από πολύ νωρίς στη ζωή των ανθρώπων, προκειμένου να αποτελέσουν τη βάση των λειτουργικών κοινωνικών σχέσεων μεταξύ τους. Από την πρώτη βρεφική ηλικία τα παιδιά τυπικής ανάπτυξης μπορούν να διαμορφώσουν συναισθηματικό δεσμό με τους γονείς τους, να μιμηθούν κινήσεις άλλων ανθρώπων και να κατανοήσουν τα συναισθήματα τους.
Τα παιδιά με διάγνωση αυτισμού έχουν μεγάλη δυσκολία σε όλους τους τομείς της ανάπτυξης των κοινωνικών δεξιοτήτων. Ο Μάνος, στο παράδειγμα της προηγούμενης δημοσίευσης (Newsbit.gr, 16/8/2023), δεν προσπαθούσε να προκαλέσει το ενδιαφέρον των γονιών του να ασχοληθούν μαζί του.
Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό των παιδιών με διάγνωση αυτισμού είναι η επίμονη ενασχόληση με κινήσεις ή δραστηριότητες. Παιδιά με χαμηλό Δ.Ν. πιθανόν στροβιλίζονται, περπατούν στην άκρη των δαχτύλων ή ασχολούνται ώρα παρακολουθώντας έναν έλικα να περιστρέφεται. Παιδιά με υψηλή νοημοσύνη είναι πιθανόν να ασχολούνται πολλή ώρα με την τακτοποίηση των παιγνιδιών τους, τη διατήρηση αυστηρής τάξης στα συρτάρια τους ή ενός αυστηρού καθημερινού προγράμματος.
Παράλληλα μπορεί να εκδηλώσουν αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, όπως για παράδειγμα να χτυπούν το κεφάλι τους στον τοίχο, διαταραχές στον ύπνο ή και στο φαγητό καθώς και έντονες φοβικές αντιδράσεις με τα πράγματα της καθημερινότητας. Οι αντιδράσεις αυτές είναι συνέπεια της δυσκολίας, που έχουν τα άτομα αυτά να οργανώσουν λειτουργικά, για την κοινωνική προσαρμογή τους τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος.
Σύνθετοι γενετικοί, νευροψυχολογικοί και βιολογικοί παράγοντες είναι η αιτία του αυτισμού. Σύμφωνα με το DSM – IV (4), για να διαγνωσθεί ένα άτομο με αυτισμό πρέπει να πληρούνται 6 κριτήρια, εκ των οποίων δύο να αφορούν την κοινωνική αλληλεπίδραση, ένα την επικοινωνία, ένα τη στερεότυπη συμπεριφορά και δύο ακόμα.
Στόχος όλων στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της διάγνωσης αυτισμού είναι η έγκαιρη εκτίμηση των αναγκών της οικογένειας και η διάγνωση του παιδιού αλλά και η πρώιμη παρέμβαση.
Ένα από τα πιο γνωστά προγράμματα πρώιμης παρέμβασης, σε παιδιά ηλικίας 30 μηνών, είναι το Σχέδιο UCLA (5). Τα αποτελέσματα ήταν πολύ ενθαρρυντικά. Στην επαναξιολόγηση των παιδιών αυτών στην ηλικία των 7 ετών φάνηκε το ότι το 47% των παιδιών του δείγματος λειτουργούσε στο πλαίσιο της τυπικής συμπεριφοράς. Μάλιστα υπήρχε αύξηση του Δ.Ν. από το 53 στο 85.
Η Πολιτεία χρειάζεται να στρέψει την προσοχή όλων σε μία ευαισθητοποίηση προς την πρώιμη ανίχνευση των όποιων συμπτωμάτων, ώστε η πρώιμη παρέμβαση να προδιαγράψει μία ασφαλή πρόγνωση για την πορεία της αναπτυξιακής αυτής διαταραχής. Το πιο σημαντικό όμως κριτήριο είναι όλοι να αναγνωρίζουμε στο κάθε άτομο τον ίδιο τον άνθρωπο και να του φερόμαστε αναλόγως, γιατί ο άνθρωπος είναι πολλά περισσότερα από το σύνολο των συμπτωμάτων της διάγνωσης του.
- «Ψυχοπαθολογία παιδιών και εφήβων», Κάκουρος – Μανιαδάκη, Τυπωθήτω – Γιώργος Δαρδάνος, σ.329.
- «Ψυχοπαθολογία παιδιών και εφήβων, ο.π, σ. 327
- «ψυχοπαθολογία παιδιών και εφήβων», ο.π, σ.327 – 328
- «ψυχοπαθολογία παιδιών και εφήβων», ο.π, σ. 345
- «Ψυχοπαθολογία παιδιών και εφήβων, ο.π σ.349-350
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: